ΕΒΕΠ: Αναγκαία η μείωση του φόρου καυσίμων στα νησιά

Google news logo Βρείτε μας στο Google News. Πατήστε εδώ!


Το Ε.Β.Ε.Π. επιμένει στην αναγκαιότητα μείωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων στη Νησιωτική Ελλάδα

Διαβάστε την ανακοίνωση του Ε.Β.Ε.Π.:


Η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας έχει επηρεάσει τον τομέα της εμπορίας  καυσίμων και λιπαντικών με αποτέλεσμα να παρατηρείται οξύτατη ύφεση στην αγορά πετρελαιοειδών. Συγκεκριμένα, η αυξημένη τιμή των καυσίμων κυρίως λόγω της υψηλής φορολογίας, έχει οδηγήσει σε μειωμένη κατανάλωση κατά 12% από την αρχή του χρόνου με αποτέλεσμα πολλοί πρατηριούχοι–έμποροι υγρών καυσίμων νησιωτικών και ακριτικών περιοχών να βρίσκονται σε δεινή κατάσταση και να απειλούνται με αφανισμό, καθώς δεν μπορούν να καλύψουν τις λειτουργικές τους ανάγκες.

Ειδικότερα, στο νησιωτικό χώρο της Ελλάδας, όπου η οικονομία παρουσιάζει κάποιο βαθμό αυτονομίας λόγω της απομακρυσμένης θέσης τους από τον ηπειρωτικό χώρο, αλλά και του περιορισμένου πληθυσμού τους, παρατηρείται μεγαλύτερη ύφεση στην αγορά των πετρελαιοειδών η οποία δίχως μέριμνα δεν δύναται να αναστραφεί. 

Η προστασία των νησιών της χώρας αποτελεί συνταγματική επιταγή βάσει του άρθρου 106 του Συντάγματος που περιλαμβάνει εκτός από γενικές αναφορές για τον ρόλο του κράτους στον οικονομικό προγραμματισμό της χώρας, ειδική πρόβλεψη για τις νησιωτικές περιοχές, ενώ η ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 101 του Συντάγματος, θεσπίζει μία γενική υποχρέωση του νομοθέτη να συνεκτιμά τις κοινωνικές, οικονομικές και οικολογικές ιδιαιτερότητες των περιοχών αυτών. Έτσι, στο πλαίσιο του καθορισμού και της εφαρμογής κάθε αναπτυξιακής, κοινωνικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής πολιτικής, τα κρατικά όργανα έχουν την υποχρέωση να δίνουν προτεραιότητα στην ανάπτυξη των νησιωτικών περιοχών, αφού συνεκτιμήσουν τις ιδιαιτερότητές τους.  

Ο πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., κ. Βασίλης Κορκίδης, στη λογική του «θαλάσσιου μεταφορικού ισοδύναμου», επανειλημμένως έχει διατυπώσει την πρόσφατη πρόταση της Π.Ο.Π.Ε.Κ. να μειωθεί ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης επί των καυσίμων κινητήρων και θέρμανσης στο σύνολο του νησιωτικού Ελληνικού χώρου. Με τον τρόπο αυτό θα αντισταθμιστεί το αντίστοιχο υψηλό κόστος μεταφοράς των καυσίμων προς τα νησιά και θα μειωθεί η τιμή των καυσίμων αλλά και της μεταφοράς προϊόντων από και προς τα νησιά, ώστε να διαμορφωθούν προϋποθέσεις ανάκαμψης του εμπορίου και της οικονομίας τους.

Τα ελληνικά νησιά παρουσιάζουν, σημαντικές ιδιομορφίες στην οικονομική και κοινωνική τους ανάπτυξη, κυρίως λόγω της μικρής έκτασής τους και της σχετικά περιορισμένης επικοινωνίας τους με την ηπειρωτική χώρα, δημιουργώντας μικρές κλειστές οικονομίες. Παρά τη  σημαντική βελτίωση της επικοινωνίας τους και της οικονομικής τους ανάπτυξης μέσω κυρίως της ακτοπλοΐας και του τουρισμού, τα βασικά κοινωνικοοικονομικά τους χαρακτηριστικά δεν έχουν ανατραπεί. Για το λόγο αυτό το κράτος εφαρμόζει συνήθως ειδικές πολιτικές για την οικονομική ανάπτυξή τους, με σκοπό αφενός τη διατήρηση του πληθυσμού τους και αφετέρου την ενίσχυση της συμβολής τους στην εθνική οικονομία.

Το Σύνταγμά μας στα άρθρα 24, 101 και 106 θεμελιώνει ειδικές αναφορές στα νησιά, με διατάξεις που ενσωματώνονται στο κανονιστικό περιεχόμενο της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης των νησιωτικών περιοχών και της προσδίδουν σχετική αυτονομία, διαφοροποιώντας την σε σημαντικό βαθμό. Επιβεβαίωση και ενίσχυση της σημασίας που αποδίδεται στην ανάπτυξη των νησιωτικών περιοχών αποτελεί και η προσθήκη, με την αναθεώρηση του 2001, της ερμηνευτικής δήλωσης του άρθρου 101 που επεκτείνει την ειδική μέριμνα του Συντάγματος για τις νησιωτικές περιοχές σε όλες τις κρατικές πολιτικές και δράσεις. Η εν λόγω συνταγματική πρόβλεψη αποτελεί αφενός επιταγή για τη λήψη των αναγκαίων θετικών μέτρων και αφετέρου συνταγματικό έρεισμα για στοχευμένες διαφοροποιήσεις.

Από την άλλη πλευρά, ειδικότερα όσον αφορά την αγορά καυσίμων ο Νόμος 3054/2002 ρυθμίζει με χρηματοδότηση και επιδοτήσεις την κάλυψη των αναγκών των νησιών σε καύσιμα. Συγκεκριμένα, στην Τράπεζα της Ελλάδας υπάρχει ειδικός λογαριασμός, τα έσοδα του οποίου διατίθενται από το Δημόσιο για την επιδότηση κατόχων άδειας Εμπορίας Πετρελαιοειδών και Προμηθευτικών Συνεταιρισμών ή Κοινοπραξιών πρατηρίων υγρών καυσίμων ή υγραερίων που αναλαμβάνουν την υποχρέωση να καλύψουν τις ανάγκες σε πετρελαιοειδή προϊόντα των προβληματικών περιοχών της χώρας και για την κάλυψη χρηματοδότησης προγραμμάτων και παροχής κινήτρων.

 Η πρόταση των πρατηριούχων-εμπόρων για μείωση του Ε.Φ.Κ. επί των καυσίμων κινητήρων και θέρμανσης στα νησιά μπορεί να ενταχθεί στο συνολικό πλαίσιο της φορολογικής αντιμετώπισης των νησιωτικών περιοχών, αφού τα υγρά καύσιμα επιβαρύνονται, μεταξύ άλλων, με Φόρο Προστιθέμενης Αξίας και με Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης. Ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ανέρχεται σε ποσοστό 23% επί της φορολογητέας αξίας, ενώ για τα νησιά προβλέπεται μειωμένη φορολογία κατά 30%.

Η εφαρμογή του μειωμένου αυτού φορολογικού συντελεστή έχει επιτραπεί στην Ελλάδα με την υπ’ αριθμ. 96/2003 Οδηγία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, με την οποία επιπλέον καθορίστηκαν οι ελάχιστοι συντελεστές φορολογίας στα καύσιμα. Η οδηγία αυτή εκδόθηκε, λαμβάνοντας υπόψη, ότι οι σημαντικές διαφορές στα εθνικά επίπεδα φορολογίας της ενέργειας που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αποδειχθούν επιζήμιες για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Επίσης, καθόρισε τα προ δεκαετίας κοινοτικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας, ώστε να επιτρέψει τη μείωση των υφιστάμενων διαφορών στα εθνικά επίπεδα φορολογίας.  Όμως, ο ΕΦΚ στα καύσιμα, για το σύνολο της ελληνικής επικράτειας συνεχίζει να παραμένει ενιαίος.

Η επανεξέταση της εφαρμογής μειωμένου Ε.Φ.Κ. κρίνεται αναγκαία και θα πρέπει οι δανειστές μας να την δουν θετικά στο πλαίσιο της οικονομικής ειδικής μεταχείρισης των νησιών, για δύο λόγους: αφενός γιατί βρίσκονται αποκομμένα από την ηπειρωτική χώρα και ως εκ τούτου προμηθεύονται προϊόντα από αυτήν σε αυξημένες τιμές, εξαιτίας του κόστους θαλάσσιας μεταφοράς τους και αφετέρου γιατί θα ενισχύσει το εξαγωγικό εμπόριο και τον τουρισμό των νησιών αυτών. Η ενέργεια αυτή είναι εφικτή, καθώς οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης που εφαρμόζονται στα καύσιμα στην Ελλάδα είναι κατά πολύ υψηλότεροι των ελαχίστων προβλεπόμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με την εφαρμογή του μέτρου αυτού, θα δημιουργηθούν αφενός ισότιμες συνθήκες για τους καταναλωτές των νησιών με τους αντίστοιχους καταναλωτές της ηπειρωτικής χώρας αντισταθμίζοντας με τον τρόπο αυτό το επιπρόσθετο κόστος που βαρύνει τους μόνιμους κατοίκους και τους επισκέπτες στις νησιωτικές περιοχές. Επιπλέον, με το μέτρο αυτό δεν πλήττεται η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής κοινοτικής αγοράς αλλά αντίθετα ενισχύεται η διασφάλιση συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού.

Σημειώνεται τέλος, ότι η μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα  κατά μέτριο ποσοστό, θα αντισταθμίσει, αφενός το κόστος μεταφοράς με το οποίο επιβαρύνονται οι περιοχές αυτές και αφετέρου θα αποτρέψει την προσέλκυση Ελλήνων καταναλωτών από γείτονες χώρες. Κατά συνέπεια, το προτεινόμενο μέτρο της μείωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης των καυσίμων στο σύνολο των νησιών της ελληνικής επικράτειας θα μπορέσει να συμβάλει στην αντιμετώπιση των οικονομικών δυσχερειών που αντιμετωπίζουν, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό τη νησιωτική Ελλάδα «ισότιμη» με την ηπειρωτική χώρα.