«Στη φυλακή υπέφερα από το κρύο»: Συγκλονίζει η Εύα Καϊλή σε νέα συνέντευξη της με φωτογραφίες με την κόρη της

Google news logo Βρείτε μας στο Google News. Πατήστε εδώ!


Για τις μέρες που πέρασε στη φυλακή και τα γεγονότα που προηγήθηκαν της σύλληψής της, μιλά η Εύα Καϊλή σε συνέντευξή της στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera, όπου φωτογραφίζεται μαζί με την κόρη της.

Για τις κατηγορίες που της έχουν απαγγελθεί, η πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δηλώνει: «Αν είχα αναφερθεί σε σημαντικά ονόματα θα είχα επιστρέψει στην κόρη μου, αλλά θα ψευδόμουν».

Παράλληλα, η Εύα Καϊλή δίνει τη δική της εξήγηση για τα γεγονότα που προηγήθηκαν πριν τη σύλληψή της: «Όταν συνέλαβαν τον Φραντσέσκο και του κατάσχεσαν το αυτοκίνητο, σκέφθηκα ότι θα ήταν τροχαίο. Μετά μου έστειλαν την είδηση ότι και ο Παντρσέρι είχε συλληφθεί, έπαθα πανικό. Ήξερα ότι στο γραφείο του, που ήταν δωμάτιο στον δεύτερο όροφο του σπιτιού, όπου δεν πάω ποτέ, υπήρχε μια βαλίτσα του Παντσέρι και βρήκα ένα σωρό χρήματα. Δεν καταλάβαινα τι είχε συμβεί, αλλά ήθελα να απομακρύνω από το σπίτι τα χρήματα αυτά, για να τα ξαναδώσω στον Παντσέρι, που νόμιζα ότι ήταν και ο ιδιοκτήτης τους. Δεν σκέφθηκα καθόλου να χρησιμοποιήσω την βουλευτική μου ασυλία, και αυτό αποδεικνύει ότι δεν ήξερα τι αντιπροσώπευαν, στην πραγματικότητα, τα χρήματα αυτά».

Παράλληλα αφήνει αιχμές κατά της βελγικής δικαιοσύνης σημειώνοντας: «Θεωρώ ότι η μεταμέλεια και η ομολογία του Παντσέρι επετεύχθησαν υπό απειλή. Το μήνυμα ήταν σαφές: αν αναφέρεις ονόματα θα σου προσφέρουμε συμφωνία και θα αφήσουμε ελεύθερες την κόρη και την σύζυγό σουΠρόκειται για μεθόδους που δεν αρμόζουν σε κράτος δικαίου».

Επιμένοντας για την αθωότητά της, η ίδια υποστηρίζει πως «μετά από πάνω από ένα χρόνο ερευνών, οι δραστηριότητες μου και οι λογαριασμοί μου ελέγχθηκαν και είναι κρυστάλλινοι. Στα χαρτονομίσματα που βρέθηκαν δεν υπάρχουν δακτυλικά μου αποτυπώματα. Με τους δικηγόρους μου θα αποδείξω την αθωότητά μου» και προσθέτει: «Το ότι εκλεγμένα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρακολουθούνται από μυστικές υπηρεσίες θα έπρεπε να προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία σχετικά με την κατάσταση της υγείας της ευρωπαϊκής δημοκρατίας μας. Θεωρώ ότι αυτό είναι το πραγματικό σκάνδαλο».

Εξηγώντας γιατί δεν αναρωτήθηκε παλιότερα για τη δράση του Παντσέρι, η Εύα Καϊλή απαντά ότι «τώρα μπορεί να μοιάζουν όλα ύποπτα, αλλά πριν δεν ήταν έτσι, ο Παντσέρι ήταν ο εργοδότης του Τζόρτζι και τον προσέλαβε όταν ήταν φοιτητής μόλις 20 ετών, εργάσθηκε για τον Παντσέρι ως προσωπικός μεταφραστής και βοηθός και συνέχισε να τον βοηθά και μετά την λήξη της θητείας του ως ευρωβουλευτή. Ο Φρανσέσκο ένιωθε βαθιά ευγνωμοσύνη και ηθική υποχρέωση προς τον Παντσέρι».

Σε σχέση, δε, με τις δύο συναντήσεις της με τον υπουργό εργασίας του Κατάρ, απαντά ότι «με τον ρόλο της αντιπροέδρου υπεύθυνης για τις σχέσεις με τις χώρες της Μέσης Ανατολής, συνάντησα σειρά πρέσβεων και υπουργών» και ότι «στο πρόγραμμά μου υπήρχαν επίσημες επισκέψεις σε όλες τις χώρες του Κόλπου». Σύμφωνα με την Εύα Καϊλή «ήταν μια αποστολή κοινοβουλευτικής διπλωματίας, για λογαριασμό της προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου». Προσθέτει, δε, ότι «η ΕΕ θεωρεί το Κατάρ βασικό εταίρο στην περιοχή» και ότι «είναι η μόνη χώρα του Κόλπου η οποία καταδίκασε την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η γεωπολιτική του θέση ως εναλλακτικού εξαγωγέα Gnl προς την Ρωσία καθιστούν την χώρα αυτή στρατηγικά σημαντική για τα κράτη μέλη της ΕΕ».

Μιλώντας για τον αποχωρισμό από την κόρη της, αποκαλύπτει: «Ήταν φοβερό το ότι χώρισαν, για τέσσερις μήνες, μια μητέρα από την κόρη της δυο ετών. Όχι μόνον θεωρείται μορφή βασανιστηρίων στις χώρες που βασίζονται στο κράτος δικαίου, αλλά αποτελεί κατάφορη παραβίαση της Συνθήκης για τα δικαιώματα των ανηλίκων του ΟΗΕ, η οποία έχει επικυρωθεί από το Βέλγιο. Πρόκειται για ανώφελα βασανιστήρια, διότι οι έρευνες θα μπορούσαν να προχωρήσουν με τον ίδιο τρόπο και αν βρισκόμουν σε κατ’ οίκον περιορισμό».

Και λίγο αργότερα προσθέτει: «Στις σπάνιες μας συναντήσεις κρυβόταν και έκλαιγε για να μην με αφήσει. Τώρα μου κρατάει το χέρι και μου αγκαλιάζει το λαιμό για να κοιμηθεί».

Αναφερόμενη, τέλος, στις μέρες που πέρασε στη φυλακή, αποκαλύπτει: «Υπέφερα φοβερά από το κρύο, γιατί μου πήραν το παλτό, ανησυχούσα για την κόρη μου, διότι δεν μου επετράπη να καλέσω δικηγόρο και ούτε να μιλήσω με την οικογένειά μου». Παρόλα αυτά, η ίδια δηλώνει πλέον δυνατή: «Αισθάνομαι πιο δυνατή, εκτιμώ κάθε στιγμή με την κόρη μου, δεν καταφέρνω να σταματήσω να την κοιτάω».