ΣΑΛΟΣ: Παιδιά επιτίθονται στον Δημήτρη που αυτοπροσδιορίζεται ως γυναίκα

Google news logo Βρείτε μας στο Google News. Πατήστε εδώ!


Απίστευτη βαρβαρότητα στη Σκάλα Συκαμνιάς από ομάδα παιδιών, ακόμα και 12 – 13 ετών, σε βάρος του Δημήτρη, γνωστού για την ιδιαίτερη του συμπεριφορά

Ένα απίστευτης βαρβαρότητας, περιστατικό το οποίο δυστυχώς δεν είναι και το μοναδικό, παρουσιάζει σήμερα το «stonisi.gr».

Πρωταγωνιστούν ο Δημήτρης, ένας διαφορετικός άνθρωπος κάτοικος της Σκάλας Συκαμνιάς, γνωστός για το ότι ντύνεται με γυναικεία ρούχα. Και μια ομάδα νέων, παιδιών αγοριών και κοριτσιών ακόμα και 12 έως 14 ετών, οι οποίοι με λογικές συμμορίας εισβάλουν στο σπίτι του και επιδίδονται σε απρέπειες. Τις οποίες καταγράφουν με τα κινητά τους τηλέφωνα και μεταδίδουν στο διαδίκτυο.

Μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής μιλάνε για πολύ οξυμένες σχέσεις μεταξύ των δυο πλευρών οι οποίες από μεριάς των ανηλίκων έχουν χαρακτηριστικά βεντέτας. Χαρακτηριστική η περίπτωση τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων το βράδυ που οι ανήλικοι αποπειράθηκαν να μπουν στο σπίτι του Δημήτρη από το παράθυρο!

Τα γεγονότα είναι σε γνώση της μικρής τοπικής κοινωνίας. Από σήμερα όλα τα παραπάνω είναι σε γνώση και των Εισαγγελικών και Αστυνομικών αρχών οι οποίοι καλούνται να πάρουν τα μέτρα που πρέπει να πάρουν πριν η όλη «πλάκα» πάρει χαρακτηριστικά τραγωδίας.

Η ζωή της Δήμητρας

Στα 14 της, η Δήμητρα είπε στους γονείς του ότι ήταν κορίτσι. Αντέδρασαν κλείνοντάς την σε ίδρυμα, κι όταν βγήκε της έριχναν κρυφά στο φαγητό ισχυρά φάρμακα. Δραπέτευσε στην Αθήνα όπου έζησε άστεγη για χρόνια, αλλά τελικά ξαναγύρισε στο χωριουδάκι του νησιού για να φροντίσει την άρρωστη μητέρα της – για 25 χρόνια. Όταν αυτή πέθανε, άρχισε να φορά γυναικεία παντελόνια και μπλούζες και μόλις το 2014 έβαλε για πρώτη φορά φόρεμα και κυκλοφόρησε δημοσίως.

Το 2016, η Καναδή Rory Aurora Richards που είχε επισκεφτεί την Λέσβο για να βοηθήσει τους πρόσφυγες, εντυπωσιάστηκε όμως κι απ’ την ιστορία της Δήμητρας και όταν τυχαία γνώρισε έναν Σουηδό, τον Torbjörn Stenberg που είχε φωτογραφική μηχανή, αποφάσισαν να μιλήσουν μαζί της και να φωτογραφήσουν. Πήγαν για ρεβεγιόν Χριστουγέννων στο σπίτι της και κατέγραψαν την κουβέντα τους, η οποία δημοσιεύτηκε στα αγγλικά, στο Pappas Post.

«Νιώθεις άντρας ή γυναίκα;» ρώτησαν αρχικά για να ξέρουν πώς να την αποκαλούν από κει και πέρα. «Γυναίκα» ήταν απάντηση, «και το όνομά μου είναι Δημήτρη».

Η Δήμητρα αφηγήθηκε τα παιδικά της χρόνια στο μικρό ψαροχώρι με τα αδέρφια και τους γονείς της. Περιγράφει τη μητέρα της ως βαθιά θρησκευόμενη και πιστή γυναίκα, και πηγή αληθινής και ανιδιοτελούς αγάπης για το παιδί της. Περιγράφει τον πατέρα της ως άγριο άντρα, που εξαφανιζόταν απ’ το σπίτι για μεγάλες περιόδους κάθε φορά, κι όταν επέστρεφε προκαλούσε πανικό. Παρόλα αυτά η οικογένεια έμεινε μαζί και οι γονείς της έμειναν παντρεμένοι μέχρι και τον θάνατό τους πριν από 7 χρόνια. Πέθαναν και οι δύο με απόσταση έξι μήνες μεταξύ τους.

Από μικρή ένιωθε ότι ήταν διαφορετική. Στα 14, όταν είπε ότι είναι κορίτσι, στάλθηκε σε ψυχιατρείο απ’ τους ταραγμένους γονείς της. Οι γιατροί απαίτησαν να παίρνει φάρμακα και μετά την επιστροφή της στο σπίτι, πιθανότατα και για όλη της τη ζωή. Η ίδια δεν το ήθελε. Τα φάρμακα την έκαναν να νιώθει χάλια, κι έτσι οι γονείς τα έριχναν στα κρυφά στο φαγητό της.

Παρ’ όλα αυτά, δεν σταμάτησε να νιώθει κορίτσι, και η ειλικρίνειά της την εξοστράκισε από την κοινωνία του χωριού, προκαλώντας κουτσομπολιά και ντροπή στην οικογένειά της και περισσότερα προβλήματα στον ήδη προβληματικό γάμο των γονιών της.

Δεν έζησε ποτέ κάποιον εφηβικό έρωτα, μόνο ανεκπλήρωτους πόθους για αγόρια. Δεν υπήρχε περίπτωση να βρει κάποιο αγόρι στο χωριό που θα την ήθελε. Ήταν έφηβη όταν έκανε την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας (η πρώτη απ’ τις πολλές που θα ακολουθούσαν σε διάφορα στάδια της ζωής της).

Όπως λέει, το κοντινότερο που έφτασε στο να της δείξει κάποιος ενδιαφέρον ήταν όταν ως έφηβη κολυμπούσε γυμνή στη θάλασσα, κι ένας ηλικιωμένος απ’ το χωριό εμφανίστηκε και της είπε ότι ήθελε να τη βιάσει. Η Δήμητρα τρομοκρατήθηκε. Ο άντρας συνέχισε να την παρενοχλεί και να την παρακολουθεί κρυφά για αρκετά χρόνια. Πάντως, τώρα που τα ξαναθυμάται, δεν νιώθει μίσος γι’ αυτόν τον άντρα, αλλά μάλλον συμπόνια. «Η ψυχή του ήταν μαύρη επειδή ποτέ δεν αγαπήθηκε. Εγώ τουλάχιστον είχα την ασφάλεια της μητρικής αγάπης, που με έσωσε», λέει.

Τελικά, στα 20, άφησε πίσω της το χωριό και το νησί της Λέσβου, κι έτρεξε στην πρωτεύουσα. Έζησε άστεγη, στους δρόμους της Αθήνας για σχεδόν πέντε χρόνια. Έκανε μερικές δουλειές, πχ. σε σούπερμάρκετ, αλλά και οι πρωτευουσιάνοι αισθάνονταν πως ήταν διαφορετική και σταδιακά την απέκλεισαν. Ακόμα και σε μια πόλη με τον πληθυσμό της Αθήνας, η Δήμητρα δεν βρήκε αγάπη ή συντροφιά, πέρα από μια γυναίκα –επίσης άστεγη- με την οποία έκανε κάποια παρέα. Μαζί, στους δρόμους, «έπαιζαν» μια φαντασίωση, ότι ήταν παντρεμένοι και ετοιμάζονταν να κάνουν και παιδί.

Έχοντας περάσει ολόκληρη τη ζωή της ως παρίας και με τη μητέρα της πια νεκρή, δεν έχει τίποτα να χάσει, νιώθει προστατευμένη απ’ την αυθεντικότητα της ζωής της, απ’ το ότι είναι ο αληθινός εαυτός της πια, και μόνο αυτό την νοιάζει. Δεν θέλει να φύγει απ’ το μικροσκοπικό ψαροχώρι, ούτε θα ήθελε να κάνει εγχείρηση επαναπροσδιορισμού φύλου.

Παρά την κοινωνική απομόνωση, η Δήμητρα βρίσκει διέξοδο στη μουσική και στη μόδα, ξοδεύοντας όσα λίγα λεφτά έχει σε νέα φορέματα και παλιά άλμπουμς. Είναι μεγάλη φαν της Μαρίας Κάλλας, και λατρεύει παλιές χολιγουντιανές ντίβες όπως την Γκρέτα Γκάρμπο.

br